Στις
26 Απριλίου του 2013 σ΄ ένα άρθρο με τίτλο «Επαγγελματίες ηθικοί αυτουργοί της βίας»,
σημείωνα τα εξής: «… πολιτικοί
σχηματισμοί, ή μεμονωμένοι πολιτικοί, κάνουν «καριέρα» που στηρίζεται στη
λεκτική βία και δεν εκτρέπονται σ΄ αυτή περιστασιακά και επειδή έτυχε να
προκληθούν ή να χάσουν την ψυχραιμία τους. Πρόκειται για ξεκάθαρη και συνειδητή
επιλογή, εκτιμώντας πως είναι το προϊόν που «πουλάει» λόγω των συγκυριών και
λειτουργεί ως μαγνήτης ψήφων, κυρίως απ΄ την πλευρά απελπισμένων και
απογοητευμένων πολιτών που δεν βλέπουν κάπου άλλου φως και προσελκύονται απ΄
το… ημίφως».
Αιτία για το άρθρο αυτό η ενόχληση
που ένιωθα και νιώθω προσωπικά για τη στάση όλων αυτών των νεόκοπων πολιτικών,
οι οποίοι πασχίζουν μ΄ αυτό τον τρόπο να καλύψουν την αδυναμία παρουσίασης σοβαρής
και ουσιαστικής πολιτικής πρότασης, και αφορμή κάποια… εκτεταμένα επεισόδια.
Μια αφορμή που δυστυχώς επαναλαμβάνεται, με το βήμα της Βουλής, όπως και τα
έδρανα και οι διάδρομοι της, αντί να αποτελούν χώρο για την ανάπτυξη ενός ουσιαστικού
διαλόγου γύρω απ΄ τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, να λειτουργούν ως
στοιχεία αναπαραγωγής και μίμησης συμπεριφορών και εκφράσεων που προσβάλλουν
κάθε έννοια ανθρώπινης αξιοπρέπειας και λογικής. Το ότι προσβάλλουν επίσης και
την έννοια της δημοκρατίας είναι αυτονόητο για όσους αποδέχονται και κατανοούν
πως δημοκρατία είναι ένα σύνολο κανόνων που δεν προσαρμόζονται ή παραλλάσσονται
κατά το δοκούν και όπως μας βολεύει.
Αυτά τα φαινόμενα πόσους, άραγε,
ενοχλούν και προβληματίζουν πραγματικά; Η οποιαδήποτε απάντηση επιχειρηθεί δεν
μπορεί να στοιχειοθετηθεί με βάση τα εκλογικά ποσοστά των κομμάτων που τα
προκαλούν σταθερά και μόνιμα, έχοντας επιλέξει αυτό τον τρόπο ως «πολιτική
παρέμβαση», ή προσθέτοντας και ποσοστά άλλων κομμάτων που το κάνουν κατά περίπτωση
και αναλόγως με το τι επιδιώκουν. Γιατί ναι μεν είναι συγκεκριμένα και γνωστά
τα πολιτικά μορφώματα και οι πολιτικοί που τα έκαναν «μόδα» και «πάγια τακτική»
στη Βουλή, αλλά πριν απ΄ αυτούς μια ολόκληρη κοινωνία είχε ανεχτεί να γίνουν
μέρος της καθημερινότητας της!
Ας θυμηθούμε πώς ανεχόμασταν επί
σειρά ετών, παραβατικές και έκνομες συμπεριφορές στα γήπεδα ποδοσφαίρου και
μπάσκετ, στις απεργιακές κινητοποιήσεις και τους διάφορους «ξεσηκωμούς» του Έθνους, ακόμα και περί… όνου σκιάς.
Το «δίκιο του εργάτη» δεν έγινε
απλώς Νόμος που υποκατέστησε τους άλλους Νόμους, αλλά μετατράπηκε σε «δίκιο του
οπαδού», «δίκιο του καθενός που αισθανόταν πως αδικούνταν» και πάει λέγοντας.
Χρήζει πραγματικά ανάλυσης,
πολιτικής, κοινωνιολογικής κ.ο.κ., το γεγονός πως μια ολόκληρη κοινωνία
ανέχτηκε επί σειρά ετών τέτοιου είδους συμπεριφορές, καλυπτόμενη πάντα πίσω απ΄
τη δικαιολογία, πως ευθύνονταν οι λίγοι, οι ανεγκέφαλοι κ.τ.λ. κ.τ.λ. Θα συνεχίσει να το κάνει και τώρα που όλα αυτά
μεταφέρθηκαν στο Κοινοβούλιο; Το παρελθόν μας δεν επιτρέπει αισιόδοξη απάντηση.
Το παρόν μας, όμως, και πολύ περισσότερο το μέλλον μας, επιβάλει, όσο ποτέ
άλλοτε, να μην ανεχθούμε τέτοιου είδους φαινόμενα. Πρέπει, επιτέλους, να
βάλουμε στην άκρη τους «λίγους» και τους «ανεγκέφαλους». Οι οποίοι φυσικά απέκτησαν υπόσταση εξ αιτίας των ψήφων κάποιων
πολιτών, αλλά εκτρέφονται και αναπαράγονται
και απ΄ την ανοχή των υπολοίπων, των περισσότερων. Μια ανοχή που τη δημιουργεί
και τη συντηρεί η απογοήτευση μας καθώς βλέπουμε τα προβλήματα να συσσωρεύονται
γύρω μας. Για τα οποία προβλήματα όλοι αυτοί οι τζάμπα μάγκες της βίας δεν
έχουν να προτείνουν και τίποτα.
Προβλήματα βέβαια υπήρχαν πάντα. Δεν ήταν όμως ποτέ τόσο πιεστικά και δύσκολα όπως
τώρα. Γι΄ αυτό ίσως να μην απαιτήσαμε και τις λύσεις. Είναι καιρός να το
κάνουμε και μακάρι να καταφέρουν κάποιες πολιτικές δυνάμεις να ανταποκριθούν,
αρχίζοντας να παράγουν λύσεις και όχι μόνο προβλήματα. Διαφορετικά, ας ετοιμαζόμαστε
για τα χειρότερα…