Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

Τα παλιά σινεμά της Κοζάνης.

Τα κυριακάτικα απογεύματα των παιδικών και εφηβικών μας χρόνων είχαν τα ονόματα τους. ΑΣΤΡΟΝ, ΗΡΩ , ΟΛΥΜΠΙΟΝ, ΡΕΞ , ΤΙΤΑΝΙΑ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ. Αγαπημένοι προορισμοί, σκοτεινές αίθουσες γεμάτες ασπρόμαυρες ή έγχρωμες εικόνες που μας ψυχαγωγούσαν αλλά και πυροδοτούσαν τις φαντασιώσεις και τα όνειρα μας. Κινηματογράφοι της Κοζάνης, μιας άλλης εποχής, επί των οδών Δημοκρατίας, Ειρήνης, Παύλου Μελά, με τις φωτεινές τους επιγραφές και τις γεμάτες φωτογραφίες προθήκες τους που τις χαζεύαμε για ώρα μέχρι ν’ αποφασίσουμε πού θα κόψουμε εισιτήριο. Όπου μας επιτρεπόταν βέβαια καθώς οι καρφιτσωμένες διαγώνια χάρτινες επιγραφές με τα μαύρα γράμματα με φράσεις όπως “κατάλληλον άνω των 13 ετών” και “κατάλληλον άνω των 17 ετών” μας απογοήτευαν αλλά ξέραμε πως, θέλοντας και μη, θα ΄ρχόταν η μέρα που θα τις προσπερνούσαμε καμαρωτοί, σαν κάποια απ’ τα εμπόδια που ξεπεράσαμε στην πορεία για την ενηλικίωση μας.
Η προσπάθεια να εξασφαλιστεί το απαραίτητο χρήμα για την κάλυψη του εισιτηρίου, αλλά και του σάντουιτς με το απαραίτητο μικρό γάλα κακάο ΑΓΝΟ που θα προμηθευόμασταν από τους Σιούλα- Τσικριτζή, τον Λάτσκο ή τον Γεμπεκλή, ξεκινούσε ουσιαστικά απ’ το Σάββατο το βράδυ όταν επαναλαμβάναμε ξανά και ξανά στην μάνα μας πως έπρεπε να μας ξυπνήσει νωρίς το πρωί για να προλάβουμε να πιάσουμε κάποια απ’ τα μανάλια στην λειτουργία του Αη Κωνσταντίνου. Τα εξαπτέρυγα και τα κεριά που σηκώναμε ακολουθώντας τις ψαλμωδίες των παπάδων μες το Ναό σήμαιναν πέντε δραχμές που μας χορηγούσε στο τέλος κάποιος απ’ τους Επιτρόπους, ενώ ο φέρων τον Σταυρό, καημός και μεράκι που μου ‘μεινε ανεκπλήρωτος, κέρδιζε 10 δραχμές, καθώς ηγούνταν της πομπής. Αλλά πώς να τον προλάβεις όταν υπήρχε πάντα κάποιος γρηγορότερος στα πόδια… Μεσημέρι Κυριακής με την τελευταία μπουκιά ακόμα στο στόμα, στο γήπεδο για να δούμε την ΚΟΖΑΝΗ, με είσοδο ελεύθερη για μας τους μυξαρέους , μια ολιγόλεπτη επιστροφή στο σπίτι και αμέσως για το κέντρο της πόλης και τους κινηματογράφους για να προλάβουμε την πρώτη προβολή, που άλλοτε ήταν 5 με 7 και άλλοτε 6 με 8, ανάλογα με την εποχή. Δεν πολυσκοτιζόμασταν όμως ακόμα και αν το έργο είχε αρχίσει. Πολλές φορές ξεκινούσαμε με το δεύτερο μέρος και έπειτα παρακολουθούσαμε και το πρώτο. Κι όχι μόνο εμείς, αλλά κι οι μεγάλοι, κάτι που σχολίασε κάποτε αρνητικά ο ξενομερίτης σύζυγος μιας θείας, “μα είναι δυνατόν να μπαίνετε για να δείτε το έργο απ’ τη μέση; Πού ακούστηκε αυτό;”, για να εισπράξει το… πληρωμένο σχόλιο, “όλα τα ξέρει! Ιπειδής είνι απ’ τ’ν Ανθήνα θαρρεί κάποιους είνι!” Τα κριτήρια επιλογής της ταινίας κυμαίνονταν ανάμεσα στο τι μας επιτρέπονταν να δούμε και στο τι μας προτείνονταν από συνομήλικους, “να πάτε σ’ αυτό. Φαίνεται το βρακί της πρωταγωνίστριας!”, “όλο;” “εμ τι; Του μ’σο;” Πώς να μην παρακολουθήσεις έπειτα και δεύτερη φορά το έργο κι ας ήξερες πως σπίτι θα τ’ ακούσεις για τα καλά. Υπήρχαν φορές που άξιζε τον κόπο και άλλες που έλεγες, “σιγά το βρακί! Κι τ’ς έμασα κι τζάμπα”. Οι μεγάλες ουρές που έφταναν μέχρι έξω στον δρόμο, οι κατάμεστες αίθουσες, συνηθισμένο και συχνό φαινόμενο, ειδικά όταν προβαλλόταν σπουδαίες ταινίες. Τελευταία φορά που θυμάμαι να στηθήκαμε σε ουρά ήταν έξω απ’ το ΑΣΤΡΟΝ. Κυριακή απόγευμα για το πρώτο μέρος του αριστουργήματος του Μπερτολούτσι 1900 και Δευτέρα για το δεύτερο, την μόνη ίσως φορά που πήγα σινεμά καθημερινή στα μαθητικά μου χρόνια. Η εποχή της τηλεόρασης έθεσε στο περιθώριο την εποχή των κινηματογραφικών αιθουσών και σιγά σιγά έσβησαν τα φώτα τους ο ένας μετά τον άλλο. Ευτυχώς όχι όλοι. Για τον ΦΙΛΙΠΠΟ έγινε μια προσπάθεια επαναλειτουργίας του με νέα ονομασία CINEPOLIS, που δυστυχώς δεν μακροημέρευσε, αλλά εκείνο που τα κατάφερε τελικά ήταν το ΟΛΥΜΠΙΟΝ χάρη στις προσπάθειες και το μεράκι της οικογένειας Χαλκίδη και ιδιαίτερα του κ. Τέλη που αποχαιρετίσαμε πριν λίγες μέρες. Σεμνός, σοβαρός, μετρημένος, κέρδιζε τον σεβασμό με την στάση του και την εκτίμηση με την δράση του ως επιχειρηματίας. Είχα την τύχη να τον γνωρίσω τον Μάη του 1993, όταν μια σύμπραξη δύο ερασιτεχνικών ομάδων της πόλης, ΟΧΛΗΡΟΙ ΠΟΛΙΤΑΙ και ΘΕΑΤΡΟΔΡΟΜΙΟ, αποφάσισε να ανεβάσει την επιθεώρηση μου “Ο βασιλικός κι οι γλάστρες” στον μόνο διαθέσιμο, τότε, χώρο, το κινηματοθέατρο ΟΛΥΜΠΙΟΝ. Ο τρόπος που μας φέρθηκε άψογος και το ενδιαφέρον να βοηθήσει στην καλύτερη προώθηση της παράστασης μας συγκινητικό. Έκτοτε, τον θυμάμαι σε κάθε επίσκεψη μου στον κινηματογράφο να κάθεται στο μπαλκονάκι, αριστερά καθώς ανεβαίναμε την εσωτερική σκάλα του ΟΛΥΜΠΙΟΝ και να σηκώνεται ερχόμενος προς το μέρος μας για να μας υποδεχτεί και ν’ ανταλλάξει μαζί μας δύο κουβέντες. Άπειρες ώρες έχω περάσει σ’ αυτό το σινεμά όχι μόνο βλέποντας ταινίες αλλά και… χορεύοντας τις εποχές που μετατρεπόταν σε κέντρο διασκέδασης, κυρίως την περίοδο της αποκριάς, με το όνομα ΓΑΛΑΞΙΑΣ, αν δεν με απατά η μνήμη μου, πριν ακόμα περάσει στην οικογένεια Χαλκίδη, όταν μας πήγαιναν οι γονείς μας νωρίς το απόγευμα ντυμένους καρναβάλια για να συμμετάσχουμε στα θρυλικά μπαλταφάν, και είναι σίγουρο πως θα τον επισκεφτώ πολλές φορές ακόμα. Πάντα όμως θα ξεχωρίζω τις στιγμές που ανεβαίνουμε αυτά τα σκαλιά με το εισιτήριο στο χέρι, έχοντας την αίσθηση πως βαδίζουμε για να μπούμε σ’ έναν κόσμο μαγικό. Και μπαίνουμε. Έναν κόσμο που συνδέει τα χρόνια της νιότης με τα χρόνια της ωριμότητας, δείχνοντας μας πως αρκούν μερικές όμορφες εικόνες και κάποιες εξαίσιες μουσικές για να νιώσεις σαν να μην πέρασε μια μέρα. Ένα αντίο στον αγαπητό κύριο Τέλη Χαλκίδη και ένα ευχαριστώ που χάρη σ’ αυτόν έμεινε ζωντανό και θα συνεχίσει να υπάρχει ένα κομμάτι της ζωής μας σ’ αυτή την πόλη. Υ.Γ. 1. ΗΡΩ: Στη μία άκρη του δρόμου όπου γινόταν η καθιερωμένη βόλτα. Η άλλη, το Καμπαναριό του Αη Νικόλα. Γι’ αυτό οι Κοζανίτες χαριτολογώντας ονόμαζαν την βόλτα ως διαδρομή ΗΡΩ- Καμπαναριό, Καμπαναριό- ΗΡΩ. 2. ΡΕΞ: Θερινός κινηματογράφος που πρόλαβα για λίγο και βρισκόταν δίπλα ακριβώς στο ΟΛΥΜΠΙΟΝ. 3. Μυξαρέοι: Έτσι ονόμαζαν οι μεγαλύτεροι τους μικρότερους.

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022

Φύγε βάσανο...

Κατέπεσε. Πόσο ακόμα; Ενενήντα επτά κλεισμένα κι ας έχει γενέθλια σε λίγες μέρες. Οι ώρες στο κρεβάτι εικόνες απ’ όσα έζησε. Κάποιες συχνές, επαναλαμβανόμενες. Άλλες σταθερές, ακλόνητες. Όπως το κάδρο της συμβίας στον απέναντι τοίχο που δραπέτευσε πριν λίγα χρόνια. Απ’ το κρεβάτι κι εκείνη, αλλά μ’ αυτόν όρθιο. Μόνος του, πολλά βήματα στο μπαλκόνι, λίγα έξω απ’ την πόρτα, ώσπου… Το πλήρωμα του χρόνου, σκέφτεται και δεν παραπονιέται. Νομίζει… Κάπου κάπου του ξεφεύγει κάποιος αναστεναγμός, κάποια ιδιοτροπία, σύντροφος της ανημποριάς, κάποια γκρίνια, η κουβέντα για το μέλλον που έχει μικρύνει. Ο γάμος της εγγονής παραδοσιακός. Με κλαρίνα, κορνέτες, γκραν κάσες. Μόλις το ‘μαθε στραβομουτσούνιασε κι όχι ότι δεν την αγαπάει και δεν χαίρεται. Αλλά, να... Πώς, και θα προλάβει; Την Πέμπτη άρχισαν να χτυπούν τα όργανα μες το σπίτι, τα χέρια υψώθηκαν, τα λαρύγγια βράχηκαν, μέτωπα και πρόσωπα γυάλισαν, περιμένοντας το νυφικό. Έσφιξε στην χούφτα τα εικοσάρικα που ΄δωσε στον γιο και του χάλασε. Περίμενε και μάζευε δυνάμεις. Η ψυχή πρόθυμη, η σάρκα όμως; Στο μικρό δωμάτιο του τα όργανα δεν χώρεσαν. Το πλημύρισε η μελωδία τους. Νύφη και γιος έβαλαν τα χέρια κάτω απ’ τις μασχάλες. Όρθιος, πρώτα άνοιξε την χούφτα και τα εικοσάρικα στόλισαν το κλαρίνο. Ύστερα, αφουγκράστηκε για λίγο πριν σηκώσει το δεξί πόδι κι ύστερα το αριστερό. Και μια και δύο φορές και παραπάνω. Σαν να πατούσε στα κύματα της μουσικής και αυτά να τον πηγαινόφερναν όσο κράτησε το αγαπημένο του. «Φύγε βάσανο από μένα…» Ξέπνοος αλλά ξαπλωμένος, έστρεψε το βλέμμα σ’ εκείνη. - Το χόρεψες πάλι… Δεν άκουσε καλά τι του ‘πε. Του το επανέλαβε. Ανασηκώθηκε αλλά και πάλι έπιασε μόνο τις δύο πρώτες λέξεις. Τουλάχιστον είδε καλύτερα το χαμόγελο της. Υ.Γ. Η εικόνα είναι λεπτομέρεια από τον πίνακα του Αργύρη Παφίλη που θα κοσμήσει το εξώφυλλο του νέου μυθιστορήματος μου που έχει τίτλο «Γιαλάν ντουνιάς», «Ψεύτικος κόσμος» στο κοζανίτικο ιδίωμα.

Ο Μιχάλης Πιτένης επί σκηνής (2ο μέρος)

απο TOGETHERTEAM 25 Ιανουαρίου 2022 Κείμενο Λίλα Κύρου Φωτογραφίες: Γιώργος Σιαμπανόπουλος Η σκιαγράφηση της πορείας του συγγραφέα Μιχάλη Πιτένη στον χώρο του θεάτρου, έπειτα από 28 χρόνια και έντεκα έργα. Μια σκιαγράφηση και μια αποτίμηση της πορείας που είχε έντεκα σημαντικούς σταθμούς για τον ίδιο. Στο πρώτο μέρος φτάσαμε μέχρι το 1997 και σ’ αυτό φτάνουμε μέχρι το σήμερα και το τελευταίο του έργο «Με την πένα σπαθί». Η συνέχεια επί…σκηνής Το 1999 έχουμε την επιστροφή του Πιτένη στην κωμωδία αλλά και την είσοδο του στο επαγγελματικό θέατρο, καθώς το έργο του “Η νόσος των παντρεμένων γυναικών” θ’ ανέβει από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης, μαζί με το έργο το Γ. Παφίλη “Μαξιλαράκια από φελιζόλ”, υπό τον γενικό τίτλο “Άνω Κάτω”.
Μετά από έξη χρόνια στο ερασιτεχνικό θέατρο περνάτε πια στο επαγγελματικό με την πρώτη σας συνεργασία με το ΔΗΠΕΘΕ. Πώς ήταν η μετάβαση από τον έναν χώρο στον άλλο; Το σκέφτεται λίγο. “Εύκολη. Παρόλο που ό,τι κάναμε στο ερασιτεχνικό θέατρο ήταν καρπός της καλύτερης δυνατής προσπάθειας απ’ όλους, υπήρχαν και δυσκολίες μέχρι ν’ ανέβει μια παράσταση που για να ξεπεραστούν έπρεπε να τρέξουμε όλοι. Αν αγαπάς το θέατρο το κάνεις ευχάριστα, αλλά έρχεται κάποια στιγμή που κουράζεσαι. Φυσικά στο επαγγελματικό θέατρο τα πράγματα είναι διαφορετικά, έχεις άλλης φύσεως θέματα και ζητήματα. Πάντως εγώ στάθηκα τυχερός, η τότε καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗΠΕΘΕ, η Νανά Νικολάου, μου έδωσε πολύ καλά εφόδια να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου. Ανέθεσε το έργο στον εξαιρετικό σκηνοθέτη Στέφανο Κοτσίκο και τον πρωταγωνιστικό ρόλο ανέλαβε η αείμνηστη Ελευθερία Βιδάκη. Πιστεύω πως ευτύχησα να κάνω αυτό το πρώτο και καθοριστικό βήμα με τους κατάλληλους ανθρώπους, πατώντας σε στέρεο έδαφος.” Επιστρέψατε όμως πάλι στην κωμωδία… Γελάει. “Πήγα στα σίγουρα, στη δοκιμασμένη συνταγή. ¨Η νόσος των παντρεμένων γυναικών¨ βέβαια δεν σατίριζε την επικαιρότητα αλλά προσπαθούσε να προσεγγίσει, με χιούμορ, τις ανθρώπινες σχέσεις και ειδικά τις σχέσεις ανάμεσα σ’ ένα παντρεμένο ζευγάρι. Ουσιαστικά, πάλι κάτι νέο για μένα.” Το καλοκαίρι του 2000 έρχεται η συνεργασία με άλλο επαγγελματικό θίασο, το Θέατρο Καισαριανής. με την αστυνομική κωμωδία, πολλών ανατροπών και απρόοπτων, “Το πακέτο”, που παίχτηκε σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. “Η συνεργασία μου με το θέατρο Καισαριανής υπήρξε για μένα μια ξεχωριστή και σημαντική εμπειρία. Γνώρισα ταλαντούχους ανθρώπους που αντιμετώπισαν τόσο το έργο μου όσο και μένα με πολύ αγάπη και σεβασμό.”
Διάλειμμα 9 χρόνων! Η θεατρική πορεία σ’ αυτό το σημείο φαίνεται να ανακόπτεται καθώς θα πρέπει να περάσουν εννιά χρόνια για να συνεχιστεί με το έργο η “Η ζωή δίπλα μας”. Μια διακοπή για καλό λόγο, όπως μας εξηγεί ο ίδιος ο συγγραφέας. “Δεν βγήκε φυσικά το θέατρο απ’ την ζωή. Δοκίμαζα την τύχη μου σ’ ένα διαφορετικό είδος λογοτεχνίας, το μυθιστόρημα, ένα είδος απαιτητικό, που απαιτεί και πολύ και όλο το διαθέσιμο χρόνο.”
Ωστόσο, την περίοδο 2008- 2009 θα του γίνει η πρόσκληση από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης να διασκευάσει διηγήματα της πρώτης του συλλογής “Τα κουβάρια της σιωπής” (1995- εκδόσεις ΚΟΝΤΕΟΣ) για να παρασταθούν επί σκηνής και να παρουσιαστούν σε διάφορες γωνιές της Δυτικής Μακεδονίας, μέσω της σκηνής του ΑΓΟΝΗ ΓΡΑΜΜΗ. Έτσι, συνδυάζει τις δύο μεγάλες του αγάπες. Λογοτεχνία και θέατρο. “Δεν είναι το ευκολότερο πράγμα να διασκευάσεις δικά σου κείμενα”, τονίζει. “Πρέπει να λογοκρίνεις τον ίδιο σου τον εαυτό, να κόψεις και να πετάξεις κομμάτια που ενώ λειτουργούν σ’ ένα λογοτεχνικό κείμενο δεν λειτουργούν στη σκηνή. Υπήρχε και η απόσταση του χρόνου. Κείμενα του 1994-1995 ξαναδουλεύτηκαν με βάση την οπτική που είχα αποκτήσει το 2008. Μετά από 13 χρόνια έχει αλλάξει, σε κάποιο βαθμό, ο τρόπος που σκέφτεσαι και ο τρόπος που βλέπεις και κρίνεις τα πράγματα. Κι αυτό προσπάθησα να κάνω. Να ¨ανανεώσω¨ τα κείμενα με βάση και την δική μου ωρίμανση ως άνθρωπος.” Μαύρη κωμωδία! Το 2011 έρχεται η ώρα της σουρεαλιστικής, μαύρης, κωμωδίας, με το έργο “Όπου ο νεκρός και να κρυφτεί ο Καλλικράτης θα τον βρει”, συμπαραγωγή ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και ΟΧΛΗΡΩΝ. Ένα εγχείρημα που ξάφνιασε, αλλά και πέρασε στον κόσμο. “Ήταν πράγματι ένα ρίσκο και ταυτόχρονα μια αναγκαιότητα”, σημειώνει. “Η χώρα είχε μπει στα μνημόνια, η ζωή μας άλλαξε δραματικά προς το χειρότερο και ενώ το γέλιο το είχαμε ανάγκη όλοι μας. Πιστεύω πως το έργο αυτό είναι το πιο πολιτικό έργο που είχα γράψει μέχρι τότε και χαίρομαι που έτυχε μεγάλης αποδοχής. Δεν μπορείς να γράφεις αγνοώντας ό,τι συμβαίνει γύρω σου και από την στιγμή που αποφασίζεις να εκτεθείς δημόσια οφείλεις να πεις την δική σου αλήθεια με παρρησία, όπως εσύ την αντιλαμβάνεσαι. Κι αυτό πιστεύω πως έκανα.”
Θα μεσολαβήσει ένα διάστημα επτά χρόνων μέχρι τον Οκτώβριο του 2018 που ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο. Συνεργάζεται με την πασίγνωστη τραγουδίστρια και πολύ αγαπητή στην νύχτα της Κοζάνης Καίτη Τσιμπέρη, που ακούει και στο ψευδώνυμο Μαζόχα! Στο έργο “Βραδιάζει κυρία Γαλάτεια” , παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, η κ. Καίτη ερμηνεύει έναν μονόλογο που αφηγείται την ζωή μιας τραγουδίστριας των σκυλάδικων, αποδίδοντας με τον δικό της μοναδικό τρόπο και μια σειρά από αγαπημένα λαϊκά τραγούδια. Το αποτέλεσμα; Πέρα από κάθε προσδοκία, τα εισιτήρια εξαντλούνται σε λίγες ώρες. Ο συγγραφέας αποδίδει τα εύσημα γι’ αυτό στην κ. Καίτη! “Η κυρία Καίτη! Μοναδική εμπειρία η συνεργασία μαζί της. Την γνώριζα ως τραγουδίστρια, την θαύμαζα, την απόλαυσα πολλές φορές. Την αγάπησα μέσα από την συνεργασία μας. Λειτούργησε σαν την καλή μαθήτρια που προσέρχεται στο σχολείο πάντα διαβασμένη, με σεβασμό στο κείμενο και στο σκηνοθέτη της. Αν και έπαιξε πρώτη φορά θέατρο κέρδισε τις εντυπώσεις και επιβεβαίωσε, για μια ακόμα φορά, πως είναι στις καρδιές πολλών ανθρώπων. Χάρη σ’ αυτή μπήκε στο θέατρο κόσμος που δεν είχε ξανάρθει ποτέ. Μακάρι οι δρόμοι μας να διασταυρωθούν και πάλι .” Όσο για το κείμενο, “μια ακόμα δοκιμή, ένα στοίχημα, αν θέλετε. Έχω πάει σε σκυλάδικα, γλέντησα στα μπουζούκια, αλλά για να το γράψω έκανα και έρευνα. Πάντως δεν πρόκειται για την ζωή της κ. Καίτης, αν και μου υποσχέθηκε πως την δική της ζωή θα μου την διηγηθεί κάποια μέρα αλλά για να την κάνουμε μυθιστόρημα.”
Τα Χριστούγεννα του 2019 αλλάζει πεδίο δράσης με το οικογενειακό μιούζικαλ του ΔΗΠΕΘΕ “Χριστούγεννα ξανά”. Μια νέα, πρωτόγνωρη αλλά και απολαυστική για τον ίδιο, δοκιμασία. “Πάντα μ’ ενδιέφερε να γράψω ένα μιούζικαλ. Ο συνδυασμός λόγου και μουσικής είναι άκρως γοητευτικός. Είχα κάνει κάποιες δοκιμές κατά το παρελθόν, χωρίς όμως ποτέ να ολοκληρωθούν. Δυσκολεύτηκα αρκετά αλλά χάρηκα πάρα πολύ το αποτέλεσμα. Είναι αναμφίβολα μια από τις σημαντικότερες εμπειρίες της μέχρι τώρα θεατρικής μου πορείας.”
Τελευταίος του σταθμός, αλλά όχι έσχατος, το ιστορικό δράμα “Με την πένα σπαθί”, μια υποθετική συνάντηση δύο τοπικών ιστορικών προσωπικοτήτων της Μητιώς Μεγδάνη- Σακελλάριου και του Γεώργιου Λασσάνη. Ένα έργο που έκανε πρεμιέρα στις 31 Ιουλίου και ίσως συνεχιστεί, για το οποίο ο ίδιος υποστηρίζει το ότι γράφτηκε την επέτειο των 200 χρόνων από την επανάσταση του ‘21 είναι απλώς η αφορμή, όχι η αιτία. “Πάνε χρόνια που είχα διαβάσει για την Μητιώ και έκτοτε υπήρχε στο μυαλό μου πως για την γυναίκα αυτή, μια γυναίκα πρωτοπόρο και αξιοθαύμαστη, θα ήθελα κάτι να γράψω. Χαίρομαι που το έργο άρεσε και ελπίζω να είναι απλώς η αρχή και να καταφέρω να γράψω και μια μονογραφία για την Μητιώ, καθώς πιστεύω ότι το αξίζει και με το παραπάνω. Μπορεί να μην πολέμησε, να έζησε ουσιαστικά στη σκιά μεγάλων ανδρών, αλλά τα κατορθώματα της μόνο αμελητέα δεν είναι.”
Και η συνέχεια; Η πορεία του Μιχάλη Πιτένη στο θέατρο δεν ολοκληρώνεται φυσικά εδώ. Ήδη προετοιμάζει το επόμενο βήμα που θα είναι το λιμπρέτο μιας οπερέτας, την μουσική της οποίας θα γράψει ο Γιώργος Τζούκας. Κλείνοντας, η ερώτηση αναπόφευκτη. Λογοτεχνία ή θέατρο; Για τον ίδιο δεν υπάρχει δίλημμα. “Ποτέ δεν τα ξεχώρισα. Για μένα είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος.”

Ο Μιχάλης Πιτένης επι σκηνής (1ο μέρος)

απο TOGETHERTEAM 19 Νοεμβρίου 2021
Κείμενο Λίλα Κύρου Φωτογραφίες: Γιώργος Σιαμπανόπουλος Είκοσι οκτώ χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τότε που ο Μιχάλης Πιτένης έκανε την πρώτη του εμφάνιση ως θεατρικός συγγραφέας. Είκοσι οκτώ χρόνια και έντεκα έργα, με τελευταίο αυτό που ανέβασε το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης στις 31 Ιουλίου 2021. Έντεκα έργα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεματολογίας, από την σάτιρα, την κωμωδία, την επιθεώρηση, το δράμα, μέχρι και το μιούζικαλ. Μια πορεία παράλληλη μ’ εκείνην της λογοτεχνίας, όπου ο απολογισμός είναι οκτώ έργα, πέντε μυθιστορήματα και τρεις συλλογές διηγημάτων.
Ποιος όμως είναι ο θεατρικός συγγραφέας Μιχάλης Πιτένης και πώς βλέπει ο ίδιος την μακροχρόνια διαδρομή σ’ αυτό τον χώρο; Με μια πρώτη ανάγνωση των έργων του φαίνεται αμέσως η διάθεση του συγγραφέα να δοκιμάζει καινούργια πράγματα, τόσο σε ό,τι αφορά τον τρόπο γραφής όσο και στα θέματα που επιλέγει. Παίρνοντας το ρίσκο να αφήσει το δοκιμασμένο και πετυχημένο περνώντας σε κάτι άλλο. Έτσι, ενώ ξεκινάει χρησιμοποιώντας το κοζανίτικο ιδίωμα στο πρώτο του θεατρικό έργο, το “Αποκριές είναι, συνήθως… περνούν” το Φλεβάρη του 1993, θα το εγκαταλείψει ως τρόπο έκφρασης πολύ σύντομα επανερχόμενος σ’ αυτό μόνο μια φορά στην κωμωδία “Πού ‘ν’ τς οι άλλοι;”του 1997, γράφοντας έκτοτε μόνο στην γλώσσα της εποχής μας. Παράλληλα, ενώ φαίνεται να του ταιριάζει και να τα πάει καλά στην σάτιρα και την κωμωδία, “Ο βασιλικός κι οι γλάστρες” – 1993, “Η νόσος των παντρεμένων γυναικών” -1999, “Το πακέτο” -2000, “Όπου ο νεκρός και να κρυφτεί ο Καλλικράτης θα τον βρει” – 2011, δεν θα διστάσει να περάσει στο δράμα αλλά και το μιούζικαλ, με επιτυχία και εκεί αν λάβουμε υπόψη μας την αποδοχή που είχαν τα έργα του “Είναι μακριά η πατρίδα” του 1997, “Η ζωή δίπλα μας” του 2009, “Βραδιάζει κυρία Γαλάτεια” του 2018, “Χριστούγεννα ξανά” του 2019 και το πρόσφατο “Με την πένα σπαθί”! Αλλαγή θεματολογίας και τρόπου γραφής Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της θεατρικής παραγωγής του Πιτένη είναι οι αλλαγές στον τρόπο γραφής αλλά και στην θεματολογία. Αλλαγές που, θεωρητικά, έχουν το ρίσκο τους, αλλά που τις τολμά. Ο ίδιος εξηγεί: “Νομίζω πως το μεγαλύτερο ρίσκο βρίσκεται στην τυποποίηση. Το να δοκιμάζεις κάτι καινούργιο στην γραφή φυσικά και κρύβει κινδύνους, αλλά και πολλές γοητευτικές προκλήσεις. Σ’ αυτό θα μπορούσα να πω πως με βοήθησε η θητεία μου ως δημοσιογράφος καθώς από τότε που ξεκίνησα, το μακρινό 1980, έχω δοκιμάσει διάφορα πράγματα στον τρόπο της γραφής και της έκφρασης μου, εκτιμώντας πως έτσι θα μπορέσω να βελτιωθώ και να αποδώσω καλύτερα αυτό που ήθελα να πω. Ανάλογη συνταγή χρησιμοποίησα στην λογοτεχνία, αλλά και στο θέατρο. Αγαπάω πάρα πολύ το γέλιο, εκτιμώ αφάνταστα τους ανθρώπους που έχουν χιούμορ, που αυτοσαρκάζονται αλλά συγκινούμαι εξίσου εύκολα. Πιστεύω πως ο κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη να ισορροπεί ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο καταστάσεις. Να γελά αλλά και να συγκινείται. Σε όλα μου τα έργα, επιδίωξα να συνυπάρχουν αυτά τα δύο στοιχεία. Ωστόσο είναι και κάτι που μου βγαίνει αυθόρμητα, αβίαστα, γιατί αυτός είναι ο τρόπος που σκέφτομαι, ο τρόπος που λειτουργώ.” Το πρώτο… ρίσκο! Η παρθενική συγγραφική εμφάνιση έγινε με την χρήση του κοζανίτικου ιδιώματος την περίοδο της αποκριάς του 1993 με το έργο “Αποκριές είναι, συνήθως… περνούν”, μια σάτιρα της τότε πολιτικής ηγεσίας του τόπου, πολλά μέλη της οποίας δεν σατιρίστηκαν απλώς, αλλά είδαν… τον εαυτό τους να παρελαύνει και από την μικρή σκηνή του Κοβεντάρειου, της γνωστής αίθουσας συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Κοζάνης, όπου δόθηκαν οι δύο παραστάσεις του έργου. Αναπολώντας εκείνη την περίοδο ο συγγραφέας σχολιάζει: “Είναι αλήθεια πως ό,τι έγινε τότε, έγινε έχοντας και κάποια άγνοια κινδύνου, καθώς μπορεί σε όλους ν’ αρέσει η σάτιρα, αλλά λίγοι είναι εκείνοι που πραγματικά την αποδέχονται και μπορούν να την αντέξουν όταν τους αφορά, ειδικά όταν βλέπουν μια ομάδα παιδιών, γιατί παιδιά ήμασταν τότε, να τους μιμούνται και να τους σατιρίζουν. Εμείς, ευτυχώς, δεν αντιμετωπίσαμε τέτοιο πρόβλημα αφού οι τοπικοί άρχοντες της εποχής έδειξαν πως την αντέχουν και δίνοντας το παρόν στις δύο παραστάσεις μας ουσιαστικά στήριξαν αυτό μας το εγχείρημα. Το σημαντικότερο βέβαια είναι πως το στήριξε ο κόσμος που κατέκλυσε την αίθουσα.”
Τα επόμενα βήματα Η συνέχεια δεν αργεί και τον Μάη του 1993 η ομάδα που έκανε το πρώτο της χτύπημα με το “Αποκριές είναι, συνήθως… περνούν” έχοντας αποκτήσει όνομα, ΟΧΛΗΡΟΙ ΠΟΛΙΤΑΙ (σ.σ. με ιδρυτικά μέλη τους Γ. Κοντορίκο, Μ. Πιτένη, Δ. Συνδουκά και Β. Τζημόπουλο) συνεργάζεται με το ΘΕΑΤΡΟΔΡΟΜΙΟ, μια απ’ τις παλιότερες θεατρικές ομάδες της περιοχής, και παρουσιάζουν στην αίθουσα του κινηματοθεάτρου ΟΛΥΜΠΙΟΝ την επιθεώρηση “Ο βασιλικός κι οι γλάστρες”!Μια σάτιρα που ξεφεύγει από τα τοπικά δρώμενα και περνάει στα πανελλήνια χρησιμοποιώντας την γλώσσα της εποχής μας.
Πώς κρίνει ο ίδιος εκείνη την παράσταση; “Τότε βρισκόταν στην επικαιρότητα το θέμα της βασιλικής περιουσίας που διεκδικούσε ο τέως βασιλιάς. Εξ ου και ο τίτλος. Δεν περιοριστήκαμε βέβαια μόνο σ’ αυτό, αλλά καλύψαμε, στο μέτρο του δυνατού, όλη την τότε πολιτική επικαιρότητα. Ακόμα και σήμερα φίλοι που συμμετείχαν σ’ αυτή την παράσταση την νοσταλγούν και την χαρακτηρίζουν ως κάτι πρωτοποριακό για την περιοχή μας και το ερασιτεχνικό θέατρο. Έκτοτε, έγιναν πολλές συζητήσεις για το πώς θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι ανάλογο με καινούργιο έργο, χωρίς δυστυχώς να το επαναλάβουμε ποτέ.” Θα περάσουν τέσσερα χρόνια μέχρι να γίνει το επόμενο βήμα, που θα έρθει την περίοδο της αποκριάς του 1997 με την κωμωδία “Πού ‘ν’ τς οι άλλοι;”. Και εδώ επανέρχεται και κυριαρχεί το κοζανίτικο ιδίωμα, ενώ ο γενικός τίτλος που δόθηκε στα δύο διαφορετικά μέρη που συνέθεταν την παράσταση, “Κοζάνη πόλη του βιβλίου” και “Το προξενιό της Τσιπούλας”, ανήκε στον πατέρα του συγγραφέα, για τον οποίο θυμάται με συγκίνηση: Το “Πού ‘ν’ τς οι άλλοι;” είναι μια φράση γνωστή στους παλαιότερους Κοζανίτες την οποία καθιέρωσε ο αείμνηστος πατέρας μου, ο Ζήσης, ο οποίος διακρινόταν για το έξυπνο, και καυστικό πολλές φορές, χιούμορ του. Θυμάμαι πόσο είχε χαρεί που χρησιμοποίησα μια δική του φράση για τον τίτλο και έδωσε το παρόν σε όλες τις παραστάσεις λέγοντας σε όσους τον χαιρετούσαν και τον συνέχαιραν για το έργο, ρωτώντας τον αν έχει κάποια ανάμιξη στη συγγραφή του, ¨εγώ τα λέω, αυτός τα γράφει¨. Η προσέλευση του κόσμου ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητική, καθώς κατακλυζόταν καθημερινά η Αίθουσα Τέχνης παρά το χιόνι που έπεφτε όλες τις μέρες και το τσουχτερό κρύο που επικρατούσε.
Το κοζανίτικο ιδίωμα Η πρώτη του εμφάνιση συνδυάζεται με το κοζανίτικο ιδίωμα. Έκτοτε, όμως, θα το επαναλάβει μόλις μια φορά. Το αφήνει οριστικά; “Το κοζανίτικο ιδίωμα δεν το άφησα ούτε θα το αφήσω ποτέ. Είναι η μητρική μου γλώσσα. Κάθε φορά που το χρησιμοποιώ, είναι σαν ν’ ακούω την φωνή της μάνας μου, την φωνή των δικών μας ανθρώπων που δεν υπάρχουν πια. Το ότι γράφτηκε το πρώτο και το τρίτο μου έργο σ’ αυτή την γλώσσα, και για να είμαστε ακριβείς το μεγαλύτερο μέρος τους, όχι όλο, οφειλόταν στις συγκυρίες. Ανέβηκαν και τα δύο την περίοδο της αποκριάς και είναι γνωστό πως στην Κοζάνη εδώ και χρόνια υπάρχει μια παράδοση να ανεβαίνουν έργα λαογραφικού χαρακτήρα, γραμμένα στο ιδίωμα, που παραπέμπουν, κυρίως, στο παρελθόν. Τα δικά μου δεν είχαν αυτό τον χαρακτήρα. Σάτιρες της εποχής ήταν και η κοζανίτικη γλώσσα είναι αλήθεια πως βοηθάει πάρα πολύ στο να κάνεις σάτιρα. Σ’ αυτόν ειδικά τον τομέα έχει μια μοναδική δύναμη.” Σάτιρα και κοζανίτικο ιδίωμα, ένας δυνατός συνδυασμός. Δεν ξαναμπήκε, άραγε, στον πειρασμό να το ξαναδοκιμάσει; Χαμογελάει. “Αν έλεγα όχι, θα έλεγα ψέματα. Υπήρξαν μάλιστα και πάρα πολλοί που μου το ζήτησαν. Προβληματίστηκα αρκετά, ώσπου κατέληξα πως δεν είναι καλό να επαναλαμβάνεις κάτι, ακόμα και αν αυτό είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Εξάλλου αυτό που με ενδιαφέρει πάντα είναι να δοκιμάζω καινούργια πράγματα. Βέβαια το κοζανίτικο ιδίωμα το ξανασυναντάω στο μυθιστόρημα που τώρα ετοιμάζω και ένα μέρος του εξελίσσεται στην Κοζάνη της δεκαετίας του ΄60 και όλοι οι διάλογοι εκείνης της εποχής θα είναι στα κοζανίτικα.”
Η στροφή στο δράμα Το 1997 θα γίνει η μεγάλη στροφή στο δράμα χάρη σε δύο κείμενα για την μετανάστευση, “Pushcar” και “Οι εικόνες που δεν θυμάμαι”, που θα αποτελέσουν τα μέρη της παράστασης που ανεβάζουν οι ΟΧΛΗΡΟΙ με τίτλο “Είναι μακριά η πατρίδα”, που εκτός της Κοζάνης παρουσιάστηκε και σε άλλες περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας. Η αφορμή για να γραφτεί αυτό το έργο ήταν το Παγκόσμιο Συνέδριο Αποδήμων Κοζανιτών που διοργάνωσε η τότε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και στο πλαίσιο του παρουσιάστηκε το ένα μέρος του.“Οι στιγμές που βιώσαμε εκείνη την μέρα στην Αίθουσα Τέχνης ήταν συγκλονιστικές και αξέχαστες” θυμάται ο συγγραφέας χωρίς να κρύβει την συγκίνηση του. “Μετανάστες κάποιας ηλικίας

«Γιαλάν Ντουνιάς» του Μιχάλη Πιτένη, εκδόσεις Γράφημα Της Δήμητρας Καραγιάννη (περ. ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, τ. 211-212, χειμώνας 22-23)

Ο Μ.Π. είναι από τις διακριτές πνευματικές οντότητες της πόλης, της περιοχής και όχι μόνο. Συγγραφέας πολλών μυθιστορημάτων, τα οποία όχι άδ...