Μετά
τις εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012 ήταν προφανές και αδιαμφισβήτητο
πως Κυβέρνηση η χώρα θα αποκτούσε μόνο με τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων
που είχαν ανοικτά και ξεκάθαρα τοποθετηθεί υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της.
Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜ.ΑΡ. λοιπόν δεν είχαν άλλο δρόμο απ΄ το να αφήσουν
στην άκρη τις όποιες διαφορές τους και να συνεργαστούν, ασπαζόμενοι τη λογική
απαίτηση των καιρών, «πάνω απ΄ όλους και απ΄ όλα η χώρα». Κάτι τέτοιο, βέβαια,
μπορεί να είναι όμορφο και ιδανικό, αλλά είναι και ανεφάρμοστο. Οι πολιτικές
δυνάμεις έχουν παρελθόν, το οποίο εν πολλοίς εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο
πορεύονται στο παρόν και προδιαθέτει για το δρόμο που θα ακολουθήσουν στο μέλλον.
Αυτό δεν είναι κακό, αρκεί να συνειδητοποιήσουν και να αποδεχθούν όλες πως όταν
υπάρχει κοινός στόχος, ο οποίος μάλιστα έχει ονοματιστεί και ως εθνικός, οι
επιδιώξεις και οι στοχεύσεις της κάθε μιας θα πρέπει να περάσουν σε δεύτερη
μοίρα.
Ενάμιση περίπου χρόνο μετά την έναρξη της
κυβερνητικής συνεργασίας Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ και με τη ΔΗΜ.ΑΡ. εκτός αυτού του
παιχνιδιού απ΄ τον περασμένο Ιούνιο, είναι πλέον ξεκάθαρο πως μεταξύ των δύο
σημερινών κυβερνητικών εταίρων ένα από τα σοβαρότερα σημεία τριβής είναι
ακριβώς οι θεμελιώδεις διαφορές που, έστω και σε θεωρητικό επίπεδο, έχουν ως
κόμματα. Η Ν.Δ. υπό τον κ. Σαμαρά κλίνει σαφέστατα περισσότερο προς τα δεξιά,
αν όχι αποκλειστικά εκεί, και το ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου πασχίζει να διατηρηθεί
στο χώρο της κεντροαριστεράς στον οποίο παραδοσιακά ανήκει. Εάν κρίναμε με βάση
τους νόμους της φυσικής τις κινήσεις των δύο αυτών πολιτικών δυνάμεων, θα
λέγαμε πως ίσως και να συμβάλουν στη διαμόρφωση ισορροπίας. Μόνο που οι νόμοι
της φυσικής δεν ισχύουν στην πολιτική και ο τρόπος με τον οποίο κινούνται τα
δυο κόμματα προϊδεάζει για μια πολύ εύθραυστη ισορροπία.