Του Μιχάλη Πιτένη
Η φράση «καζάνι που βράζει η ελληνική κοινωνία» είναι πλέον απ΄ αυτές που συναντά κανείς πάρα πολλές φορές σε τίτλους μέσων μαζικής ενημέρωσης, στην προσπάθεια τους να καταγράψουν αυτό που συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας και στην κοινωνία της.Με τη συζήτηση να περιστρέφεται διαρκώς γύρω από «νέα μέτρα», «περικοπές εισοδημάτων», «απολύσεις» κ.α.
είναι λογικό και επόμενο η θερμοκρασία στο καζάνι να ανεβαίνει συνεχώς, καθώς η Κυβέρνηση φροντίζει να ρίχνει, σχεδόν κάθε μέρα, και ένα καινούργιο ξύλο στη φωτιά που καίει από κάτω.
Ποιο είναι όμως εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που φαίνεται να βρίσκεται στο πάνω μέρος του καζανιού και απειλεί, από ώρα σε ώρα, να τινάξει το καπάκι, με ό,τι αυτό συνεπάγεται;
Αν προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε αυτό το κομμάτι αντλώντας στοιχεία απ΄ την καθημερινή ειδησεογραφία (έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου) καθώς και από την ανεξέλεγκτη δημοσίευση στο διαδίκτυο των πάσης φύσεως απόψεων, θα οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως, μάλλον, πρόκειται για το κομμάτι εκείνο που, χωρίς καμιά διάθεση αφορισμού του, θα το χαρακτηρίζαμε «οι βολεμένοι της κοινωνίας μας».
Δεν είναι μικρό, ούτε αμελητέο. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν είναι και η πλειοψηφία. Είναι όμως εκείνο το κομμάτι στο οποίο ανήκουν πολλές γενιές, ανάμεσα στις οποίες και η δική μου, χωρίς φυσικά να εξαιρώ τον εαυτό μου, που κατάφεραν να φάνε όσα οι προηγούμενοι δημιούργησαν, όσα οι ίδιοι παρήγαγαν και να βάλουν χέρι και σε όσα, υποτίθεται πως, θα έπρεπε να είχαν αποταμιεύσει για τους επόμενους.
Πρόκειται για τις γενιές που αν δεν παρακάθισαν στα μεγάλα λουκούλλεια γεύματα που στήθηκαν επί χρόνια στις πλάτες της χώρας, μερικοί το έκαναν, συνήργησαν με την ψήφο και τη στήριξη, απροκάλυπτη ή απλώς… διακριτική, που παρείχαν αφειδώς στα κόμματα εξουσίας, στο να μην αφήσουν ούτε κοκαλάκι. Οι άνθρωποι αυτών των γενεών τι πήραν; Μην ανησυχείτε, όλο και κάποιο ψαχνό γεύτηκαν… Σίγουρα όχι μόνο τα κόκαλα.
Αυτοί λοιπόν «οι βολεμένοι της κοινωνίας μας» αντιδρούν, κυρίως, σήμερα και δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια αντίδραση από εκείνους, τους νέους ανθρώπους, που θα έπρεπε όχι απλώς να αντιδρούν αλλά να μας λιθοβολούν κιόλας…
Γιατί είναι όντως τραγελαφικό να βλέπεις ασφαλισμένους της ΔΕΗ να διαπληκτίζονται μεταξύ τους (όπως έγραφε η εφημερίδα ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ σε πρωτοσέλιδο άρθρο της στις 2/12, περιγράφοντας ιστορίες καθημερινής τρέλας σε Κοζάνη Πτολεμαίδα) όχι γιατί θα χάσουν τα λεφτά τους, αλλά γιατί καθυστερούν να τα πάρουν. Τι να πουν και οι νέοι που την πόρτα της ΔΕΗ δεν θα την περάσουν ποτέ και δεν θα αποκτήσουν σε καμιά περίπτωση τραπεζικό λογαριασμό που θα γεμίζει κάθε μήνα, ανελλιπώς, με ένα σημαντικό ποσό; Και αυτό θα συμβεί όχι γιατί μπορεί να μην υπάρχει η ΔΕΗ, η οποιαδήποτε άλλη δημόσια επιχείρηση, με τη μορφή που την ξέρουμε, αλλά επειδή «προσλήψεις τέλος» για να σώσουμε τη χώρα. Δηλαδή, να σώσουμε όσους είναι μέσα φράζοντας οριστικά το δρόμο σε όσους, λογικά, θα έπρεπε να έχουν το δικαίωμα να μπουν και να εργαστούν, όχι μόνο στη ΔΕΗ, αλλά σε οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία…
Θα μου πείτε, το θέμα είναι αν οι νέοι θα μπορούν να εργαστούν στη ΔΕΗ, ή σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια επιχείρηση; Όχι βέβαια. Το πρόβλημα είναι πως έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση δεν μπορούν, ή θα δυσκολευτούν πάρα πολύ, στο να στήσουν και τη δική τους ιδιωτική επιχείρηση.
Δεν μ΄ αρέσει να μηδενίζω τα πράγματα, ούτε να ρίχνω με περισσή ευκολία το ανάθεμα σε όποιον θεωρείται εύκολος στόχος. Και σήμερα οι πολιτικοί μας, είτε μας κυβερνούν, είτε αντιπολιτεύονται, είναι ο εύκολος στόχος.
Κρατάω μόνο τη ρήση του σημαντικού Έλληνα συγγραφέα και Ακαδημαϊκού Θανάση Βαλτινού: «Έχουμε μέτριους πολιτικούς, αυτή είναι η δυστυχία μας. Δεν υπάρχουν μορφές, που μπορούν να εμπνεύσουν ή να συναρπάσουν ένα λαό. Να τον οδηγήσουν. Μικροί άνθρωποι…».
Αναρωτιέμαι όμως. Εμείς, οι εκπρόσωποι αυτών των γενεών, πόσο μεγάλοι είμαστε; Πού μπορούμε, αλήθεια, να οδηγήσουμε τα νέα παιδιά σήμερα;
Και πώς, άραγε; Με το να μιλάμε διαρκώς για όσα εμείς χάσαμε ή θα χάσουμε, χωρίς να βλέπουμε πως άλλοι δεν θα χάσουν τίποτα γιατί δεν μπορούν να ελπίζουν σε τίποτα;
Εύχομαι μόνο ένα πράγμα. Η νέα γενιά να κρύβει μέσα της πραγματικά μεγάλους ανθρώπους. Για να μας θέσουν μια ώρα αρχύτερα στο περιθώριο, όπου θα μπορούμε με την ησυχία μας να πλακωνόμαστε μεταξύ μας για το ποιος θα πάρει τελικά μεγαλύτερο κομμάτι απ΄ τη δυστυχία μας.