Φεύγεις. Τα μαλλιά σου χορεύουν στους ώμους σου. Μόνο με τα
δάχτυλα των ποδιών αγγίζεις το έδαφος. Ισορροπείς κινούμενη. Ακινητώ
πασχίζοντας να ισορροπήσω.
Γαληνεύω με την εικόνα σου. Το καταφύγιο μου, ακόμα και όταν
η απόσταση μεγαλώνει αποδυναμώνοντας τα χρώματα της, σβήνοντας τις γραμμές της.
Αχνή, ποτέ ξεθωριασμένη. Μακρινή, ποτέ απούσα.
Λυπάμαι. Για όσα δε χώρεσαν στον κοινό μας χρόνο. Οι σιωπές
μας τον επιμήκυναν. Το βλέμμα σου μου 'δειξε τη φωτογραφία. Μια προκυμαία στο
νερό.
Τη νιώθω να δονείται απ' τα βήματα σου. Πού οδηγεί; Σε
θάλασσα, σε λίμνη...
Κάνεις όλη τη διαδρομή. Δεν αφήνεις αχνάρια. Μόνο το απαλό
θρόϊσμα του φουστανιού σου.
Θα 'ρθω. Δεν το λέω. Το 'χεις ακούσει αμέτρητες φορές. Το
δεξί σου χέρι αιωρείται. Δεν προσκαλεί. Δείχνει. Το νερό κυματίζει ελαφριά.
Ανεπαίσθητο ρίγος.
Τρέμω τυλιγμένος σε βαρύ παλτό. Τρέμω το τρίξιμο των σανίδων
στο πρώτο βήμα. Οι μύτες των ποδιών μου κολλούν στην προκυμαία. Θα 'μαι εδώ.
Για όταν θα 'ρθεις βρεγμένη. Για να υπάρχει ένα ζεστό παλτό.
Υ.Γ. Η εξαίσια αυτή φωτογραφία είναι του κ. Χρήστου Λαμπριανίδη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου