Θα ΄θελα
να ζήσω γνωρίζοντας μόνο το επόμενο βήμα μου. Με
φοβίζει λιγότερο το να μην ξέρω τι μου ξημερώνει, απ΄ το να είναι όλα σε τάξη
και προκαθορισμένα. Κάτι τέτοιο μου θυμίζει τη ντουλάπα μου, όπου όλα έχουν τη
σειρά και τη θέση τους. Σακάκια, παντελόνια, πουκάμισα… Ρούχα που ενδύονται οι
σκιές τις νύχτες και κόβουν βόλτες στο
δωμάτιο μου, όταν εναγωνίως αναζητώ τη ζεστασιά μιας συντροφιάς και θαμπώνω με
το χνώτο μου το τζάμι του παραθύρου για να σχηματίσω πάνω του ένα ερωτηματικό.
Πώς έκανα έτσι τη ζωή μου; Γέμισα μια ντουλάπα ολάκερη και άφησα την ψυχή μου
άδεια…
Δεν είμαι
ονειροπαρμένος, ούτε αλαφροΐσκιωτος. Δεν πιστεύω στ΄ αλήθεια πως βλέπω τα ρούχα μου να παρελαύνουν εμπρός μου.
Είναι οι εικόνες που πιέζω το μυαλό μου να δημιουργήσει, για να συνθέσουν όλες
μαζί το παραμύθι που θα με νανουρίσει.
Δεν
κοιμάμαι εύκολα. Ούτε πολλές ώρες. Κουράζομαι. Όχι λόγω ηλικίας, ή δουλειάς.
Καταπονούμαι απ΄ τις ώρες που περνούν, αλλά δε γεμίζουν.
Στέκομαι
μπροστά στην ανοικτή ντουλάπα μου και μετρώ με το βλέμμα τα ρούχα που
εμπεριέχει. Είναι πολλά και χωράει και άλλα για να γεμίσει ασφυκτικά. Αν
γεμίσει ποτέ…