Σκέψεις και παρατηρήσεις για το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη «Ο τελευταίος πειρασμός» (εκδ. Καζαντζάκη).
Του Μιχάλη Πιτένη
Κάθε άνθρωπος είναι θεάνθρωπος, σάρκα και πνέμα. Νά γιατί το μυστήριο του Χριστού δεν είναι μονάχα μυστήριο μιας ορισμένης θρησκείας. Είναι πανανθρώπινο. Σε κάθε άνθρωπο ξεσπάει η πάλη Θεού και ανθρώπου, και συνάμα η λαχτάρα της φίλιωσης.
Μ΄ αυτά τα λόγια στον πρόλογο του έργου του Ο τελευταίος πειρασμός ο Νίκος Καζαντζάκης αποκαλύπτει στον αναγνώστη του ποιος είναι ο πυρήνας του θέματος που θα αναπτύξει. Δεν είναι βέβαια κάτι πρωτοφανές και μοναδικό. Όπως σημειώνει ο στενός φίλος και συνεργάτης του Παντελής Πρεβελάκης στον πρόλογο ενός άλλου βιβλίου του, του Βραχόκηπου, το οποίο μετέφρασε από τα γαλλικά, τη γλώσσα στην οποία γράφτηκε απ’ το συγγραφέα, «… ο Καζαντζάκης έχει περιγράψει στο Βραχόκηπο, άλλη μια φορά, τη σύγκρουση της σάρκας με το πνεύμα – το δυαδισμό που αποτέλεσε τον άξονα της αισθαντικότητας και της σκέψης του».
Γύρω απ’ αυτή τη σύγκρουση ανάμεσα στη σάρκα και το πνεύμα, το Θείο και το ανθρώπινο, ο Καζαντζάκης υφαίνει έναν δικό του μύθο, παίρνοντας το μεγάλο ρίσκο να χρησιμοποιήσει ως σαΐτα τον ίδιο τον ιδρυτή του Χριστιανισμού.
Αυτή η σύγκρουση είναι παρούσα και διατρέχει από την αρχή μέχρι το τέλος και τον Τελευταίο πειρασμό, η οποία μπορεί να εκφράζεται πρωτίστως μέσω του βασικού και κύριου προσώπου του δράματος, του Ιησού, ωστόσο είναι ευδιάκριτη και σε όλους τους άλλους πρωταγωνιστές του. Μια σύγκρουση αέναη και καθημερινή, σκληρή και δύσκολη, χωρίς πάντα νικητή. Γύρω λοιπόν απ’ αυτή τη σύγκρουση, ανάμεσα στη σάρκα και το πνεύμα, το Θείο και το ανθρώπινο, ο Καζαντζάκης υφαίνει έναν δικό του μύθο, παίρνοντας το μεγάλο ρίσκο να χρησιμοποιήσει ως σαΐτα τον ίδιο τον ιδρυτή του Χριστιανισμού, στημόνι την ιουδαϊκή κοινωνία των ημερών του Ιησού Χριστού, όπου θα πλέξει τα υφάδια του, που αντλεί τόσο απ’ την Καινή Διαθήκη όσο και από τα απόκρυφα ευαγγέλια και άλλα αποκηρυγμένα από την επίσημη εκκλησία κείμενα τα οποία φαίνεται να γνωρίζει και να έχει μελετήσει σε βάθος.
Το μέγεθος και το εύρος του ρίσκου του είναι ξεκάθαρο απ’ την αρχή καθώς μας συστήνει έναν εντελώς δικό του Ιησού, ικανό όχι απλώς να σκανδαλίσει κάποιον πιστό αλλά και να τον στρέψει ευθύς αμέσως εναντίον του συγγραφέα. Γιατί ο δικός του Ιησούς δεν είναι ένας απλός μαραγκός που σύντομα θα διαπιστώσει το «ουδείς Προφήτης στον τόπο του» όταν αρχίσει να κηρύττει τον λόγο του στους συντοπίτες του: είναι ένας μισητός και αποσυνάγωγος κατασκευαστής σταυρών, συνεργάτης των Ρωμαίων κατακτητών, για τον οποίο ντρέπεται και αγωνιά για την τύχη του και η ίδια η μητέρα του, η Θεοτόκος Μαρία!
Ο τρόπος με τον οποίο εμφανίζεται αρχικά ο Ιησούς δεν είναι η μία και μοναδική «παρασπονδία» του Καζαντζάκη. Όλη η διαδρομή του μέχρι τη σταύρωση είναι σπαρμένη από παρασπονδίες και παραβάσεις που έχουν ως αποτέλεσμα να διαφοροποιούν σε μεγάλο βαθμό, μέχρι που σε κάποια σημεία να την αλλοιώνουν εντελώς, την εικόνα του Ιησού, αλλά και την εικόνα πολλών από τα πρόσωπα που τον πλαισιώνουν, αυτή που γνωρίζουμε μέσα από τα επίσημα ευαγγέλια. Έτσι, αν δει κανείς το έργο Ο τελευταίος πειρασμός μέσα από το πρίσμα και τη λογική με την οποία προσεγγίζει, ως είθισται, τις ιερές γραφές, τότε θα έχει κάθε δικαίωμα να πει πως πρόκειται για ένα βλάσφημο και ανίερο κείμενο που ουσιαστικά δυσφημεί τον ιδρυτή του Χριστιανισμού και τους αποστόλους του. Δεν είναι βέβαια ένα ιερό κείμενο, ούτε διεκδικεί το χαρακτηρισμό «θεόπνευστο», αλλά το αποτέλεσμα της λαχτάρας ενός ανθρώπου να μιλήσει γι’ αυτό που θεωρούσε ως μέγα και συγκλονιστικό μυστήριο, τη δυαδική υπόσταση του Χριστού, σε μια προσπάθειά του, κατά τη δική του ομολογία, αφενός να την ερμηνεύσει και να την κατανοήσει και αφετέρου να πλησιάσει τον Θεό.
Ο άνθρωπος που αγωνίζεται να ξεπεράσει τον εαυτό του, να σταθεί πάνω και έξω από τις μικροπρέπειες και τον εγωισμό που τον καθορίζουν και διαμορφώνουν τη ζωή του, να χαλιναγωγήσει τα ταπεινά του ένστικτα που τον οδηγούν στην ασχήμια και να επιζητήσει την ομορφιά μέσα από τον δρόμο της αγάπης, της προσφοράς και της θυσίας.
Τον κίνδυνο της παρεξήγησης και του εύκολου αναθέματος, κάτι που τελικά δεν απέφυγε, υποθέτω πως διείδε και ο ίδιος ο Καζαντζάκης και μάλλον γι’ αυτό σημείωσε στον πρόλογο του: «… Ποτέ δεν ακολούθησα με τόσο τρόμο την αιματωμένη πορεία του στο Γολγοθά, ποτέ δεν έζησα με τέτοια ένταση, με τόση κατανόηση κι αγάπη το Βίο και τα Πάθη του Χριστού, όσο τις μέρες και τις νύχτες που έγραφα τον Τελευταίο Πειρασμό. Γράφοντας την εξομολόγηση ετούτη της αγωνίας και της μεγάλης ελπίδας του ανθρώπου ήμουν συγκινημένος τόσο που τα μάτια μου βούρκωναν. Δεν είχα νιώσει ποτέ με τόση γλύκα, με τόσο πόνο να πέφτει στάλα στάλα το αίμα του Χριστού στην καρδιά μου. Γιατί ο Χριστός, για ν’ ανέβει στην κορυφή της θυσίας, στο Σταυρό, στην κορυφή της εξαΰλωσης, στο Θεό, πέρασε όλα τα στάδια του αγωνιζόμενου ανθρώπου…»
Προσωπικά θεωρώ πως η φράση «του αγωνιζόμενου ανθρώπου» είναι το κλειδί του σπουδαίου και συνάμα τολμηρού και πρωτοποριακού αυτού έργου του μεγάλου Κρητικού διανοούμενου και λογοτέχνη. Ο άνθρωπος που αγωνίζεται να ξεπεράσει τον εαυτό του, να σταθεί πάνω και έξω από τις μικροπρέπειες και τον εγωισμό που τον καθορίζουν και διαμορφώνουν τη ζωή του, να χαλιναγωγήσει τα ταπεινά του ένστικτα που τον οδηγούν στην ασχήμια και να επιζητήσει την ομορφιά μέσα από τον δρόμο της αγάπης, της προσφοράς και της θυσίας. Να ξεφύγει από τα δεσμά του περιστασιακού και του εφήμερου και να αναζητήσει την ευτυχία και τη γαλήνη σε ιδανικά και αξίες διαχρονικές. Περιγράφοντας αυτό τον αγωνιζόμενο άνθρωπο είναι αλήθεια πως ο Καζαντζάκης επιλέγει να πάει στα άκρα. Να τον αποκαλύψει μέσα από τις αντιθέσεις που μπορεί να κρύβει κάθε ανθρώπινο ον. Ο Ιησούς του, μέσω της ανθρώπινης υπόστασής του, ξεκινά από τον ρόλο του σταυρωτή για να καταλήξει και ο ίδιος εσταυρωμένος. Όλη η επί γης ζωή του είναι μια μακρά σειρά από ταλαντεύσεις ανάμεσα στην προκαθορισμένη θεϊκή αποστολή και τις ανθρώπινες επιθυμίες, τις αδυναμίες και τους φόβους. Πριν φτάσει στον τελευταίο πειρασμό, θα πολιορκηθεί και από πολλούς άλλους, που είναι ικανοί να του στερήσουν την ένωσή του με τον Θεό, εγκλωβίζοντάς τον σε μια οριοθετημένη θνητή πορεία.
Ο Νίκος Καζαντζάκης |
Οι σύντροφοί του, οι απόστολοί του, μόνο ενάρετοι και ανιδιοτελείς δεν εμφανίζονται. Μπορεί ο Χριστός στον σταυρό να περνάει την ύστατη δοκιμασία του με τον τελευταίο πειρασμό και να βγαίνει νικητής, ωστόσο αυτό δεν είναι ξεκάθαρο πώς συμβαίνει και με τους αποστόλους του, που εμφανίζονται να λειτουργούν κυρίως ως άνθρωποι παρά ως άγιοι. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας, οι ψαράδες της θάλασσας της Γαλιλαίας, δεν άφησαν τα γεμάτα ψάρια δίχτυα τους χωρίς την ελπίδα πως αργά ή γρήγορα θα τα ανταλλάξουν με κάτι καλύτερο, όταν έλθει στη Βασιλεία του, κάτι που ελπίζει και η θεοσεβούμενη Σαλώμη, μητέρα των δύο γιων του Ζεβεδαίου, του Ιάκωβου και του Ιωάννη, του γνωστού Θεολόγου. Διαβλέποντας πως ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, τους προτρέπει να τον ακολουθήσουν ονειρευόμενη πως οι δύο γιοι της θα καθίσουν δεξιά και αριστερά του όταν ανέβει στον θρόνο του, έχοντας μερίδιο της δόξας του.
Στο κατά Ματθαίο ευαγγέλιο και στην επί του Όρους ομιλία του Ιησού υπάρχει ένα απόσπασμα (5,17) που αναφέρει: «Μην πιστέψετε ότι ήρθα να καταργήσω τον μωσαϊκό νόμο ή τα παραγγέλματα των προφητών. Δεν ήρθα για να καταργήσω, αλλά για να τα ολοκληρώσω και να τα τελειοποιήσω». Στον τελευταίο πειρασμό, αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο τριβής ανάμεσα στον Ιάκωβο και τον Χριστό. Ο μαθητής φαντάζεται να καταλύουν το υπάρχον εβραϊκό ιερατείο για να στήσουν στη θέση του άλλο δικό τους και σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, να χτίσουν νέες συναγωγές και να φτιάξουν νέους νόμους, αναγκάζοντας τον ίδιο τον Δάσκαλο να τον επιπλήξει υψώνοντας τη φωνή του και λέγοντάς του πως «… Έτσι σταυρώνεις το πνέμα, Ιάκωβε…», για να λάβει ως αντίλογο πως «… Έτσι μονάχα το πνέμα δε θα μπορεί να γίνει αέρας και να φύγει… Αυτό για τη δουλειά μας, φτάνει, ραβή…» Ο αγωνιζόμενος και ιδεολόγος άνθρωπος απ’ τη μια μεριά και ο ρεαλιστής και οπορτουνιστής απ' την άλλη.
Ο Καζαντζάκης αποφασίζει να μιλήσει για τον άνθρωπο όπως είναι. Τον άνθρωπο που ο ίδιος πιστεύει και αγαπά πραγματικά, και το αποδεικνύει δίνοντάς του την επιλογή να κάνει την πορεία από το ένα άκρο στο άλλο. Να βυθιστεί στην αμαρτία και να εξαγνιστεί χάρη στη δική του θέληση, σε συνδυασμό με την αγάπη του Θεού και την επιθυμία του να του δώσει κι άλλες ευκαιρίες.
Διφορούμενη, το δίχως άλλο, είναι και η εικόνα του Ιούδα στο έργο αυτό. Ο Καζαντζάκης μόνο ως προδότη δεν τον παρουσιάζει, αλλά ως τον πιο στενό συνεργάτη του Ιησού, τον μαθητή απ’ τον οποίο ο Δάσκαλος ζητά να σταθεί στο πλάι του μέχρι τέλος και να τον στηρίξει για να μη λιγοψυχήσει την κρίσιμη ώρα και να εκπληρώσει τον ρόλο που επέλεξε για εκείνον ο ίδιος ο Θεός. Ο Ιούδας, βέβαια, δέχεται να το κάνει όχι γιατί οραματίζεται τη Βασιλεία των ουρανών αλλά επειδή προσδοκά την επίγεια νίκη κατά των Ρωμαίων και την απελευθέρωση της Ιουδαίας.
Η μοναδική, τελικά, που φαίνεται να είναι πιο κοντά από όλους στον Χριστό είναι η Μαρία η Μαγδαληνή. Όπως και εκείνος, ακολουθεί μια δύσκολη και επίπονη διαδρομή από την αμαρτία στην εξιλέωση. Για τον Ιησού δεν είναι εκείνη ο τελευταίος πειρασμός, αλλά ο πρώτος. Για τη Μαγδαληνή ο Ιησούς είναι η αιτία του ξεπεσμού και της ακολασίας της και είναι ο ίδιος που θα την οδηγήσει τελικά στη συγχώρεση και τον εξαγνισμό. Οι πορείες τους στον Τελευταίο πειρασμό είναι ουσιαστικά παράλληλες. Διασταυρώνονται πνευματικά και συναισθηματικά μόνο. Οι δύο τους φαίνεται να κατανοούν ο ένας τον άλλο και το δέσιμο που υπάρχει, τελικά, μεταξύ τους είναι τόσο δυνατό ώστε η Μαγδαληνή να δείχνει πως αντιλαμβάνεται το μέγεθος και το εύρος του μαρτυρίου του περισσότερο από τους υπόλοιπους που τον πλαισιώνουν.
Ο Καζαντζάκης μνημονεύει τους νόμους και τους προφήτες που μιλούν διαρκώς για ενάρετους, άσπιλους και αμόλυντους ανθρώπους. Που επικαλούνται έναν άνθρωπο που δεν υπήρξε, δεν υπάρχει κι ούτε θα υπάρξει ποτέ· έναν Θεό τιμωρό και εκδικητικό· έναν Θεό που αντί να τον υμνούν και να τον δοξάζουν πραγματικά, μάλλον τον μικραίνουν και τον δυσφημούν. Εκείνος στον Τελευταίο πειρασμό αποφασίζει να μιλήσει για τον άνθρωπο όπως είναι. Τον άνθρωπο που ο ίδιος πιστεύει και αγαπά πραγματικά, και το αποδεικνύει δίνοντάς του την επιλογή να κάνει την πορεία από το ένα άκρο στο άλλο. Να βυθιστεί στην αμαρτία και να εξαγνιστεί χάρη στη δική του θέληση, σε συνδυασμό με την αγάπη του Θεού και την επιθυμία του να του δώσει κι άλλες ευκαιρίες.
Μιλά για το Θεό που τον νιώθει κοντά του, «σπιτίσιο», «κοντινό», όπως βάζει να τον περιγράψει η γριά που συναντά ο Ιησούς στον δρόμο του προς το μοναστήρι στην έρημο: «… ο Θεός δε βρίσκεται στα μοναστήρια, βρίσκεται στα σπίτια των ανθρώπων! Όπου άνδρας και γυναίκα, εκεί και ο Θεός, όπου παιδιά κι έγνοιες και μαγερέματα και καβγάδες και φιλιωμοί, εκεί και ο Θεός. Μην ακούς τι λεν οι μουνούχοι. Τα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια. Αυτός που σου λέω εγώ, ο σπιτίσιος όχι ο μοναστηρίσιος, είναι ο αληθινός Θεός. Αυτόν να προσκυνάς. Ο άλλος για τους μουνούχους και τους τεμπέληδες…» Όπως τον αισθάνεται ο Ανδρέας από την ώρα που ακολουθά τον Δάσκαλο. «… Κι ο Ανδρέας ακολουθούσε τον καινούργιο δάσκαλο, και μέρα με τη μέρα ο κόσμος άλλαζε, γλύκαινε. Όχι ο κόσμος, η καρδιά του! Δεν ήταν πια αμαρτία το φαΐ και το γέλιο, η γης στερεώθηκε κι ο ουρανός σκύβει από πάνω της σαν πατέρας. Κι η μέρα του Κυρίου δεν είναι μέρα οργής και πυρκαγιάς, δεν είναι το τέλος του κόσμου. Είναι ο θέρος, ο τρύγος, ο γάμος, ο χορός. Είναι η ακατάπαυτη ανανεούμενη παρθενιά του κόσμου. Κάθε μέρα που ξημερώνει ξανακαινουριώνει η γης, και της ξαναδίνει ο θεός το λόγο του να την κρατάει στην άγια απαλάμη του…»
Η λαχτάρα της φίλιωσης μεταξύ Θεού και ανθρώπου: ποιος, άραγε, καταλληλότερος για να πετύχει αυτή τη φίλιωση, αν όχι αυτός που είχε τη δυαδική υπόσταση; Αυτός, ο Υιός του Θεού και, ταυτόχρονα, ο Υιός του ανθρώπου;
Στον τελευταίο πειρασμό ο Ιησούς θα ‘θελε να έβλεπαν οι άνθρωποι τον Θεό σαν μια άλλη εικόνα και όχι σαν αυτή που ονομάζουν «αναπνοή του Ιεχωβά», την ώρα που ο άνεμος της ερήμου θολώνει τα μάτια και φράζει τα λαρύγγια. Για αυτό αναρωτιέται: «… Γιατί να μην είναι η αναπνοή του Ιεχωβά ο δροσερός άνεμος που μας έρχεται από τη Μεγάλη θάλασσα; Γιατί να μη γεμίζει ο άνεμος του Ιεχωβά τα ξεροπήγαδα της ερημιάς νερό; Γιατί να μην αγαπάει τα πράσινα φύλλα, γιατί να μη λυπάται τον άνθρωπο; Αχ, και να βρίσκουνταν, λέει, ένας άνθρωπος να τον ζυγώσει, να πέσει στα πόδια του και να προφτάσει πρί γίνει στάχτη, να του πει τον πόνο του ανθρώπου, τον πόνο της γης και του πράσινου φύλλου!»
Κοντολογίς, «η λαχτάρα της φίλιωσης» μεταξύ Θεού και ανθρώπου, που αναφέρει ο Καζαντζάκης στον πρόλογό του. Και ποιος, άραγε, καταλληλότερος για να πετύχει αυτή τη «φίλιωση», αν όχι αυτός που είχε τη δυαδική υπόσταση; Αυτός, ο Υιός του Θεού και, ταυτόχρονα, ο Υιός του ανθρώπου;
«Ιδού ο άνθρωπος» λοιπόν. Φράση που ο ευαγγελιστής Ιωάννης αποδίδει στον Πόντιο Πιλάτο, στο 19ο κεφάλαιο του ευαγγελίου του. Αυτή επιλέγει ο Ρωμαίος αξιωματούχος για να παρουσιάσει τον βασανισμένο, αιμόφυρτο και εξαθλιωμένο Ιησού μπροστά στο αλλόφρον και αλαλάζον πλήθος που ζητούσε τη σταύρωσή του, μήπως και τον λυπηθεί.
«Ιδού ο άνθρωπος» και του Νίκου Καζαντζάκη στον τελευταίο πειρασμό του, που πασχίζει, άλλοτε με επιτυχία και τις περισσότερες φορές αποτυγχάνοντας, να νικήσει τις ατέλειες και αδυναμίες του και να ανέβει όσο ψηλότερα γίνεται, προσεγγίζοντας τον Θεό. Ο φιλόδοξος και αμετροεπής, ο καιροσκόπος, συμφεροντολόγος και φιλοτομαριστής, που σμικραίνοντας τον Θεό νομίζει πως θα τον προσεγγίσει και, ίσως, θα καταφέρει να εξισωθεί μαζί του.
«Ιδού ο άνθρωπος» που στο διάβα των αιώνων παραμένει μέσα του ίδιος και αναλλοίωτος, ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο. Που παραμένει άνθρωπος.
Όπως αναφέρει ο Π. Πρεβελάκης για τον Καζαντζάκη «… οι οικείοι του το ήξεραν καλύτερα, πως είχε φιλοδοξήσει να είναι ένας ιδρυτής θρησκείας, ένας μύστης…», ώσπου παραδέχτηκε τα όριά του. Αυτήν ακριβώς την παραδοχή των ορίων του βλέπουμε στον Τελευταίο πειρασμό. Των ορίων του κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής και κάθε τόπου.
Αυτό, κατά τη γνώμη μου, προσπάθησε να μας πει ο Καζαντζάκης μέσα από αυτό το έργο του, ρισκάροντας τόσο ενώπιον του Θεού όσο και ενώπιον των ανθρώπων.
Υ.Γ. 1. Το κείμενο αυτό αναγνώστηκε στις 30 Σεπ 2017 στο Β΄ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΟΖΑΝΗΣ (29 Σεπ έως 1 Οκτ 2017), στην ιδιαίτερη θεματική για τη ζωή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη.
2. Δημοσιεύτηκε στο bookpress.gr στις 8 Οκτ 2017, https://www.bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/kazantzakis-nikos-kazantzaki-o-teleutaios-peirasmos-2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου